Ανήκει στην κατηγορία των προπονητών που δεν επηρέασαν αλλά σε μεγάλο βαθμό καθόρισαν την πορεία του ευρωπαϊκού αλλά και του ελληνικού μπάσκετ. Δούλεψε στις περισσότερες μεγάλες ελληνικές ομάδες. Κατά σειρά σε Άρη, ΠΑΟΚ, Πανιώνιο, Ολυμπιακό, ΑΕΚ και ξανά στον Ολυμπιακό. Σε 13,5 σεζόν στους πάγκους τους μέτρησε 439 παιχνίδια Πρωταθλήματος που τον κατατάσσουν στην 5η θέση της σχετικής λίστας του ελληνικού Πρωταθλήματος ενώ οι 335 νίκες τον τοποθετούν στην 4η θέση της αντίστοιχης λίστας. Το esake.gr συνεχίζει τα αφιερώματα στους 10 κορυφαίους, βάσει των αγώνων τους, προπονητές από καταβολής Α' Εθνικής (από το 1963-64) με τον Ντούσαν Ίβκοβιτς.



Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς, ο “Ντούντα” του ευρωπαϊκού μπάσκετ, γεννήθηκε στις 29 Οκτωβρίου 1943 στο Βελιγράδι. Στα 15 του χρόνια άρχισε να παίζει στη Ραντνίσκι, τη μοναδική ομάδα της αθλητικής καριέρας του που αποδείχτηκε σύντομη καθώς μόλις 10 χρόνια μετά σταμάτησε για να αρχίσει μια διαδρομή που ούτε και ο ίδιος μπορούσε να φανταστεί ότι θα εξελισσόταν με αυτόν τον τρόπο. Μετά από μία 10ετία στα τμήματα υποδομής της Ραντνίσκι, βρέθηκε στην Παρτίζαν Βελιγραδίου στη διετία 1978-80 αρχικά ως ασίσταντ του Ράνκο Ζεράβιτσα και στη συνέχεια ως πρώτος προπονητής. Το 1979 και παρότι ήταν μόλις 36 ετών, οδήγησε την Παρτίζαν σε μια τρομερή χρονιά αφού έκλεισε με τρεις τίτλους. Το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας αλλά και τον Κύπελλο Κόρατς. Κάπου εκεί άνοιξε γι' αυτόν η ελληνική πόρτα. Ο “Ντούντα” έμελλε να γίνει δικός μας.



Μέσα από έναν συνδυασμό συγκυριών -αποχώρησε ο Φρεντ Ντέβελι ενώ ο Γιάννης Ιωαννίδης αποφάσισε να κοουτσάρει τη Λάρισα που βρισκόταν στη Β' Εθνική- ο Ντούσαν Ίβκοβιτς δέχτηκε την πρόταση του αείμνηστου Ανέστη Πεταλίδη και ανέλαβε τον Άρη όντας άνεργος για μερικούς μήνες. Παρότι είχε σαρώσει τα πάντα, δεν έμεινε στην Παρτίζαν “πληρώνοντας” το γεγονός ότι έδιωξε από την ομάδα τον Κιτσάνοβιτς και τον Νταλίμπαγκιτς. Πέρασε σχεδόν μία διετία στον Άρη οδηγώντας τον στη 2η και στην 3η θέση του Πρωταθλήματος ενώ προώθησε νέα παιδιά όπως ο Νίκος Φιλίππου, ο Μιχάλης Ρωμανίδης και ο Γιώργος Δοξάκης. Παίκτες που στην πορεία αποτέλεσαν μέλη της “αυτοκρατορίας” του Άρη.

 

 

Ο τίτλος της υπομονής

Από τη στιγμή που έφυγε από τη Θεσσαλονίκη το 1982, ο Ίβκοβιτς πέρασε σχεδόν μία 10ετία στα πάτρια εδάφη της Γιουγκουσλαβίας δουλεύοντας στη Ραντνίσκι, τη Σιμπένκα, τη Βοϊβοντίνα αλλά και στην Εθνική ομάδα. Το 1991 ο Νίκος Βεζυρτζής αναζητώντας τον άνθρωπο που θα οδηγούσε τον ΠΑΟΚ στον Πρωτάθλημα, τον έφερε πίσω στην Ελλάδα και τη Θεσσαλονίκη. Με τον Δικέφαλο του Βορρά κατέκτησε τον τίτλο το 1992 όμως είχε ένα επεισοδιακό “διαζύγιο” τα Χριστούγεννα του 1993 για να αποχωρήσει.



Μετά από ένα διάλειμμα από τους πάγκους, επέστρεψε και πάλι μέσα από το ελληνικό Πρωτάθλημα αλλά και ένα διαφορετικό εγχείρημα. Δημιούργησε μια ομάδα πιτσιρικάδων καθοδηγούμενη από έναν-δύο σταρ στον Πανιώνιο τον οποίο κοουτσάρισε στη διετία 1994-96. Στην πρώτη σεζόν με τους έμπειρους Φάνη Χριστοδούλου, Μποσγανά, Αγγέλου, Καρατζά, τους Αμερικανούς Μέις και Μπέιλι, πλαισιωμένους από τους “μπέμπηδες” Καράγκουτη, Καλαϊτζή, Δρελιώζη, Τσόπη, Κικίλια, Καμαριώτη έφτασε μέχρι τη 2η φάση των πλέι οφ. Στη δεύτερη όμως έδωσε τα... κλειδιά στον Μπάιρον Ντίνκινς και στον Ζάρκο Πάσπαλι και ο Πανιώνιος κατέκτησε την 3η θέση μαζί με το εισιτήριο για την Ευρωλίγκα.

 

Η πρώτη θητεία στο λιμάνι

Το καλοκαίρι του 1996 ήταν έτοιμος να κυνηγήσει κάτι μεγαλύτερο. Διαδεχόμενος τον Γιάννη Ιωαννίδη μετά από τέσσερις σερί τίτλους Πρωταθλήματος, θα έπρεπε να κάνει κάτι περισσότερο για να γράψει με τον δικό του τρόπο την ιστορία του Ολυμπιακού. Και το έκανε! Το “τριπλ-κράουν” του 1997 (Πρωταθλητριών, Πρωτάθλημα, Κύπελλο) είναι κάτι εξ ορισμού μεγάλο. Άλλωστε το κατάφεραν ομάδες-θρύλοι του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Οι επόμενες δύο σεζόν του στο λιμάνι όμως δεν ήταν το ίδιο επιτυχημένες. Για την ακρίβεια έμεινε με άδεια χέρια σε τίτλους και το 1999 άλλαξε “στρατόπεδο” περνώντας σε αυτό της ΑΕΚ.



Ο Ίβκοβιτς έμεινε στο “τιμόνι” της “Ένωσης” στη διετία 1999-2001. Ο απολογισμός του καθόλου ευκαταφρόνητος αφού κατέκτησε τρεις τίτλους, το Κύπελλο Σαπόρτα του 2000 και το Κύπελλο Ελλάδας και στις δύο σεζόν. Μετά από μία σεζόν μακριά από τους πάγκους, βρέθηκε για πρώτη φορά στη Ρωσία όπου πέρασε μία πενταετία. Τρία χρόνια στην ΤΣΣΚΑ και δύο στην Ντιναμό Μόσχας. Πέραν των εγχώριων τίτλων, πήρε με τη δεύτερη το Uleb Cup το 2006 απέναντι στον Άρη.



Το 2008 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Εθνικής ομάδας της Σερβίας στον οποίο πέρασε μία πενταετία δίνοντας συνέχεια σε μία λίστα μεταλίων που είχε κατακτήσει από την εποχή της ενωμένης Γιουγκοσλαβίας. Ο απολογισμός του ήταν δύο χρυσά σε Ευρωμπάσκετ με τη Γιουγκοσλαβία (1989, 1991) και ένα με τη Σερβία (1995). Χρυσό μετάλιο πέρασε στον λαιμό του και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1990 στην Αργεντινή ενώ στη συλλογή του βρίσκονται το αργυρό των Ολυμπιακών Αγώνων της Σεούλ (1988) και του Ευρωμπάσκετ της Πολωνίας (2009).

 

Η δεύτερη ευρωπαϊκή "κούπα"


Το 2010 του δόθηκε η ευκαιρία να επιστρέψει στον Ολυμπιακό. Αποδείχτηκε ευκαιρία αφού στη διετία 2010-2012, ο “Ντούντα” σήκωσε με τους ερυθρόλευκους για δεύτερη φορά την “κούπα” του πρωταθλητή Ευρώπης το 2012, κατέκτησε τον τίτλο της Basket League την ίδια χρονιά αλλά και το Κύπελλο Ελλάδας το 2011. Το 2014 βρέθηκε στην Εφές με την οποία κατέκτησε ένα Κύπελλο Τουρκίας για να αποσυρθεί το 2016 από τους πάγκους βάζοντας τέλος σε μια διαδρομή σχεδόν 40 χρόνων.



“Το μπασκετ και η προπονητική δεν ήταν μέρος της ζωής μου, αλλά ολόκληρη η ζωή μου. Ήταν μια διαρκής σχέση” είχε τονίσει στη δήλωση του με την οποία έκανε γνωστή στον κόσμο την απόφαση του να αποσυρθεί από τους πάγκους.



PHOTOSTORIES

 



Από τα πρώτα βήματα στην προπονητική καριέρα του στην πρώην Γιουγκοσλαβία και την Παρτίζαν

 



Ο Άρης ήταν η πρώτη ομάδα του Ντούσαν Ίβκοβιτς στην Ελλάδα. Στην φωτογραφία με την ομάδα της σεζόν 1981-82. Διακρίνονται από αριστερά όρθιοι οι Παραμανίδης, Γιαννουζάκος, Τσαχτάνης, Ρωμανίδης, Φιλίππου, Στυλιανού και Παπαγεωργίου. Καθιστοί, επίσης, από αριστερά οι Σταμάτης, Δοξάκης, Γεωργιάδης, Γκάλης, Ανανιάδης και Βαμβακούδης.

 



Πανηγυρίζει με τους παίκτες του την κατάκτηση από την Εθνική Γιουγκοσλαβίας του τίτλου του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος της Αργεντινής, το 1990. Διακρίνονται πάνω οι παίκτες Σάβιτς, Ντίβατς. Στην μέση δίπλα στον «Ντούντα», οι Ομπράντοβιτς, Ζντοβτς, Γιοβάνοβιτς. Και κάτω οι Κούκοτς, Ντρ. Πέτροβιτς, Περάσοβιτς και Κόμαζετς

 



Με τον Πρωταθλητή Ελλάδας ΠΑΟΚ της αγωνιστικής χρονιάς 1991-92. Δίπλα του ο συνεργάτης του, Σάκης Λάϊος και ακολουθούν όρθιοι οι Βαλαβανίδης, Μπάρλοου, Φασούλας, Παπαχρόνης, Φιλίππου, Στεφανόπουλος (γυμναστής), Μιχόπουλος (έφορος). Καθιστοί από αριστερά διακρίνονται οι Μπουντούρης, Πρέλεβιτς, Σταυρόπουλος, Κόρφας και Μακαράς.

 



Τη σεζόν 1995-96 ο «Ντούντα» οδήγησε τον Πανιώνιο στην κατάκτηση της 3ης θέσης της τελικής βαθμολογίας της Α1 και στην πρόκριση στην Ευρωλίγκα για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου. Η φωτογραφία είναι από πανηγυρισμούς στα αποδυτήρια της Νέας Σμύρνης μετά από νίκη και διακρίνονται από αριστερά οι Δρελιώζης, Βλάχος (βοηθός προπονητή), Καλαϊτζής, Ντίνκινς, Κικίλιας, Μποσγανάς, Γιέλιτς, Πάσπαλι, Λιβιεράτος (μάνατζερ) και κάτω ο Τσόπης

 



Στιγμιότυπο από τη βραδιά που έστεψε τον Ολυμπιακό, για πρώτη φορά στην ιστορία του, πρωταθλητή Ευρώπης. Ήταν στις 24 Απριλίου 1997 στη Ρώμη

 



Τρεις τίτλους πανηγύρισε με την ΑΕΚ. Ένας από αυτούς το Κύπελλο Ελλάδας του 2001

 



Η Ευρωλίγκα του 2012 στην Κωνσταντινούπολη ήταν το “κερασάκι στην τούρτα” για τον Ντούσαν Ίβκοβιτς